Ένα απόγευμα λίγες μέρες μετά, αποφασίζουμε να πάμε στη Σίφνο. Επειδή είχε καιρό περιμένουμε να πέσει ο ήλιος. Την ώρα που ξεκινούσαμε από τη Βάρη, μπαίνει στο λιμάνι ένα καΐκι.
Επειδή δεν είχα χάρτη που να απεικονίζονται τόσο η Σύρος όσο και η Σίφνος, είχα βγάλει πορεία από έναν τουριστικό χάρτη «Visit Syros» που πουλάνε τα περίπτερα. Γι’ αυτό αποφάσισα να ρωτήσω στο καΐκι. Σταματάω δίπλα τους και φωνάζω στο τύπο που ήταν μέσα στην τιμονιέρα: «Για Σίφνο τι πορεία πρέπει να κρατήσω;» Έρχεται στη κουπαστή, κοιτάει το φουσκωτό από μπρος έως πίσω και ρωτάει: «Γιατί;» «Θέλω να πάω στη Σίφνο» του λέω. «Μ’ αυτό;» ρωτάει. Αφού μου τόνισε ότι ήταν μάταιο λόγω καιρού, μου είπε την πορεία για το Κάστρο της Σίφνου, στις 200 μοίρες.
Όταν ξεκινήσαμε είχε πλέον αρχίσει να βραδιάζει. Καιρός πεντάρι. Φθάνουμε νύχτα στο Κάστρο. Μέσα στο λιμάνι χαλασμός, γιατί ο προσανατολισμός του είναι βορειανατολικός. Δένουμε παράλληλα με τις άλλες βάρκες. Άγκυρα πίσω και σχοινί μπροστά στη προβλήτα. Έτσι το φουσκωτό (όπως και οι άλλες βάρκες) είχαν εκτεθειμένη τη πλευρά τους στον καιρό. Μόλις βγήκαμε μας πλησιάζει ένας τύπος και μου λέει: «Φίλε, αν θες να βρεις τη βάρκα σου το πρωί, πάρτη και φύγε από δω». Τον ρωτάω για τις άλλες βάρκες και μου λέει ότι τη νύχτα τις τραβούν όλες στην παραλία. Ξαναμπαίνουμε στη βάρκα, λύνουμε από μπροστά και αρχίζω να μαζεύω την άγκυρα. Όταν την ανέβασα είδα με έκπληξη, ότι είχαν ήδη σπάσει δύο (από τα πέντε) δόντια. Ο τύπος είχε απόλυτο δίκιο. Σ’ ένα τέταρτο φθάνουμε στο Φάρο. Πολιτισμός! Ήρεμη θάλασσα και γεμάτο λιμάνι. Δένουμε στριμωχτά μεταξύ δυο ψαρόβαρκων. Πέφτουμε για ύπνο.
Στις 4 το πρωί ξυπνάμε από τα γαυγίσματα της Ρίτας. Ακούμε και μια σιγανή φωνή: «Σσσς, μη φωνάζεις. Θα τους ξυπνήσεις.» Ήταν ο ψαράς της διπλανής βάρκας που πήγαινε να μαζέψει τα δίχτυα που είχε ρίξει το προηγούμενο απόγευμα. Μας ζήτησε και συγνώμη! Για το δικό μας σκύλο!
Την επόμενη μέρα, μετά το πρωινό, ξεκινήσαμε πηγαίνοντας νότια και «ανακαλύψαμε» μια ερημική παραλία χωρίς πρόσβαση από τη ξηρά, τη Φυκιάδα, λίγο πριν το Βαθύ. Η παραλία ήταν προστατευμένη από τον βοριά, στο μυχό του κόλπου. Στη μέση της μιας πλευράς ήταν χτισμένο ένα εκκλησάκι, που είχε από κάτω του ένα μικρό ντόκο. Ήταν πάντοτε κλειστό. Μετά από χρόνια ανακάλυψα ότι το εκκλησάκι ήταν αφιερωμένο στη Παναγία. Είχα στήσει τη σκηνή στο μικρό τσιμεντένιο πλάτωμα μπροστά στην εκκλησία. Ένα δεκαπενταύγουστο βρήκα τη σκηνή μετακινημένη. Είχε ανοίξει η εκκλησία και αναγκάστηκαν να μετακινήσουν τη σκηνή γιατί έκλεινε την είσοδο.
Επειδή δεν είχα χάρτη που να απεικονίζονται τόσο η Σύρος όσο και η Σίφνος, είχα βγάλει πορεία από έναν τουριστικό χάρτη «Visit Syros» που πουλάνε τα περίπτερα. Γι’ αυτό αποφάσισα να ρωτήσω στο καΐκι. Σταματάω δίπλα τους και φωνάζω στο τύπο που ήταν μέσα στην τιμονιέρα: «Για Σίφνο τι πορεία πρέπει να κρατήσω;» Έρχεται στη κουπαστή, κοιτάει το φουσκωτό από μπρος έως πίσω και ρωτάει: «Γιατί;» «Θέλω να πάω στη Σίφνο» του λέω. «Μ’ αυτό;» ρωτάει. Αφού μου τόνισε ότι ήταν μάταιο λόγω καιρού, μου είπε την πορεία για το Κάστρο της Σίφνου, στις 200 μοίρες.
Όταν ξεκινήσαμε είχε πλέον αρχίσει να βραδιάζει. Καιρός πεντάρι. Φθάνουμε νύχτα στο Κάστρο. Μέσα στο λιμάνι χαλασμός, γιατί ο προσανατολισμός του είναι βορειανατολικός. Δένουμε παράλληλα με τις άλλες βάρκες. Άγκυρα πίσω και σχοινί μπροστά στη προβλήτα. Έτσι το φουσκωτό (όπως και οι άλλες βάρκες) είχαν εκτεθειμένη τη πλευρά τους στον καιρό. Μόλις βγήκαμε μας πλησιάζει ένας τύπος και μου λέει: «Φίλε, αν θες να βρεις τη βάρκα σου το πρωί, πάρτη και φύγε από δω». Τον ρωτάω για τις άλλες βάρκες και μου λέει ότι τη νύχτα τις τραβούν όλες στην παραλία. Ξαναμπαίνουμε στη βάρκα, λύνουμε από μπροστά και αρχίζω να μαζεύω την άγκυρα. Όταν την ανέβασα είδα με έκπληξη, ότι είχαν ήδη σπάσει δύο (από τα πέντε) δόντια. Ο τύπος είχε απόλυτο δίκιο. Σ’ ένα τέταρτο φθάνουμε στο Φάρο. Πολιτισμός! Ήρεμη θάλασσα και γεμάτο λιμάνι. Δένουμε στριμωχτά μεταξύ δυο ψαρόβαρκων. Πέφτουμε για ύπνο.
Στις 4 το πρωί ξυπνάμε από τα γαυγίσματα της Ρίτας. Ακούμε και μια σιγανή φωνή: «Σσσς, μη φωνάζεις. Θα τους ξυπνήσεις.» Ήταν ο ψαράς της διπλανής βάρκας που πήγαινε να μαζέψει τα δίχτυα που είχε ρίξει το προηγούμενο απόγευμα. Μας ζήτησε και συγνώμη! Για το δικό μας σκύλο!
Την επόμενη μέρα, μετά το πρωινό, ξεκινήσαμε πηγαίνοντας νότια και «ανακαλύψαμε» μια ερημική παραλία χωρίς πρόσβαση από τη ξηρά, τη Φυκιάδα, λίγο πριν το Βαθύ. Η παραλία ήταν προστατευμένη από τον βοριά, στο μυχό του κόλπου. Στη μέση της μιας πλευράς ήταν χτισμένο ένα εκκλησάκι, που είχε από κάτω του ένα μικρό ντόκο. Ήταν πάντοτε κλειστό. Μετά από χρόνια ανακάλυψα ότι το εκκλησάκι ήταν αφιερωμένο στη Παναγία. Είχα στήσει τη σκηνή στο μικρό τσιμεντένιο πλάτωμα μπροστά στην εκκλησία. Ένα δεκαπενταύγουστο βρήκα τη σκηνή μετακινημένη. Είχε ανοίξει η εκκλησία και αναγκάστηκαν να μετακινήσουν τη σκηνή γιατί έκλεινε την είσοδο.
Επειδή ο swell και οι αναγνώστες του παρόντος blog φαίνεται να ενδιαφέρονται για το θρησκευτικό τουρισμό μπορούν να δουν περισσότερα για τις μονές και τις εκκλησίες της Σίφνου στο link:
ReplyDeletehttp://www.insifnos.gr/ekklhsies.html